- μυϊκός τόνος
- Κατάσταση ελαφράς σύσπασης των μυών, που υπάρχει ακόμα και όταν ο μυς βρίσκεται σε ανάπαυση, και καταργείται με την τομή ή την αναισθησία των νευρικών συνάψεων (μυϊκή χαλάρωση) και με την ενεργή σύσπαση. Αποτελεί βασική ιδιότητα των μυϊκών ινών, μόνιμη και ανεξάρτητη από τη θέληση, και δεν είναι απλώς αποτέλεσμα των ελαστικών ιδιοτήτων του μυός, αλλά διατηρείται από ερεθίσματα που εκπέμπουν συνεχώς τα νευρικά κέντρα. Μεταξύ σύσπασης και μ.τ. υπάρχει περισσότερο ποσοτική παρά ποιοτική διαφορά, η οποία εξαρτάται από τον αριθμό των μυϊκών ινών που μετέχουν στο κάθε φαινόμενο. Οι μηχανισμοί που ρυθμίζουν τον μ.τ. αποτελούν ένα από τα πιο πολύπλοκα φαινόμενα της νευροφυσιολογίας. Στον καθορισμό αυτής της κατάστασης ημισύσπασης σε ανάπαυση, συντελούν ανατομικο-φυσιολογικές κατασκευές του μυός (μυο-τενόντια όργανα του Γκόλτζι και νευρομυϊκές συνάψεις), πυρήνες του νωτιαίου μυελού, νεύρα του νωτιαίου μυελού (αισθητικές και κινητικές ίνες), εγκεφαλικά κέντρα (δικτυωτό σύστημα, παρεγκεφαλίδα, εξωπυραμιδικοί πυρήνες), που, εκτός από τη ρύθμιση του μ.τ., ελέγχουν τη συνεργία στις διάφορες ομάδες μυών. Η αύξηση του φυσιολογικού βαθμού τάσης καλείται υπερτονία, η ελάττωση υποτονία, η ανώμαλη κατανομή της δυστονία.
Dictionary of Greek. 2013.